Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2015

RICH HALLEY 4 – 11 tracks

Πριν λίγους μήνες, τον προηγούμενο Ιούνιο, έγραψα για το πιο πρόσφατο άλμπουμ των Rich Halley 4 (το… ελεύθερο “Creating Structure”). Τώρα ένα νέο CD τού γκρουπ από το Portland του Oregon γυρίζει στο player, φανερώνοντας, και αυτό, τη δημιουργική φάση που διάγουν οι τέσσερις μουσικοί (Rich Halley τενόρο, Michael Vlatkovich τρομπόνι, Clyde Reed μπάσο, Carson Halley ντραμς), οι οποίοι δεν χάνουν ευκαιρία για ν’ αποδείξουν πόσο «μπροστά» βρίσκονται από τη μια μεριά, αλλά, ταυτοχρόνως, και πόσο βαθιά χωμένοι είναι στην παράδοση της jazz από την άλλη. Το αποτέλεσμα τούτη τη φορά αποκαλείται Eleven [Pine Eagle, 2015], όσα είναι δηλαδή και τα tracks του πιο καινούριου άλμπουμ τους… και πάμε να τ’ ακούσουμε…
Το CD ξεκινά με την “Reification Suite”. Το πρώτο μέρος αποκαλείται “Retroactive” κι εδώ το κύριο βάρος κρατούν, φυσικά, τα δύο σολιστικά όργανα (τρομπόνι και τενόρο) με το ρυθμικό τμήμα να καλύπτει το χώρο με επαναλαμβανόμενες 7μετρες φράσεις. Στο μεσαίο “Radioactive” το παίξιμο με τα μέτρα συνεχίζεται. Παρά ταύτα η δομή του κομματιού είναι σαφής, με το τενόρο του Halley να σουινγκάρει με δύναμη. Το τελευταίο μέρος έχει τίτλο “Remnant”, είναι το πιο μακρύ στο χρόνο και στηρίζεται σε μια 7μετρη bassline. Και τα δύο πνευστά βρίσκονται μπροστά συνεχώς, ανεβοκατεβάζοντας ταχύτητες.
Τα υπόλοιπα οκτώ κομμάτια έχουν μέσες διάρκειες (από τρεισήμισι έως εξίμισι λεπτά) και χαρακτηρίζονται για την ρυθμική ποικιλία και την αυτοσχεδιαστική μελωδική φαντασία τους. Στο “The dugite strikes” το μέτρο είναι ελεύθερο –βασικά δεν υπάρχει μέτρο– και όλα κινούνται με βάση τα βαθιά χτυπήματα στα ντραμς (μάλλον σε κύμβαλο) και το κοντραμπάσο (ενίοτε και με δοξάρι). Σύνθεση «σφιχτή» και ρέουσα, δίχως άσκοπους πλατιασμούς. Το “The creep of time” είναι ένα αργό κομμάτι, μια μπαλάντα, κι αυτό παρέχει την άνεση στα πνευστά να είναι όσο… αναλυτικά χρειάζεται. Εν αντιθέσει με το “Glimpses through the fog” δηλαδή, που ξεκινά κάπως ελεύθερα και κλείνει κάπως μετρονομημένα (με τα ντραμς ν’ ακολουθούν έναν εμβατηριακό σκοπό). Το “Adjusting the throughput” είναι ένα γρήγορο κομμάτι, με τον Halley να δίνει ένα «σκληρό» σόλο στο τενόρο, που διακρίνεται τόσο για την ταχύτητα, όσο και για την μελωδική στόφα του. Εδώ υπάρχει χώρος και για το rhythm section, πρώτα για τον μπασίστα Reed και έπειτα για τον ντράμερ Halley, που αποδεικνύουν όχι μόνο σολιστικό ύψος, αλλά και επικοινωνιακό πλάτος. Το “Dead of winter” είναι ένα μέσου τέμπου track, ένα bop βασικά, που παρέχει χρόνο για ωραία soli στο τενόρο και το μπάσο. Άλλο ένα «μπερδεμένο» κομμάτι είναι και το “Convolution”, με τις συνεχείς μετρικές αλλαγές να το μετατρέπουν σε μια πλατφόρμα μελωδικών ασκήσεων. Το προτελευταίο “Slider” χτίζεται από το παίξιμο… με slide στο μπάσο και με mallets στα τύμπανα, με το τενόρο του Halley για άλλη μια φορά να τα «χώνει». Στο τελευταίο κομμάτι, το “The Αnimas” (από τα βουνά Animas στο Νέο Μεξικό – στα σύνορα σχεδόν των ΗΠΑ με το Μεξικό) η μπάντα φαίνεται να το χαίρεται πολύ, καθώς το κομμάτι, που είναι το «κατανοητότερο» όλων (έξοχο για κλείσιμο), ακούγεται σαν μια γιορτή. Και είναι.
Επαφή: www.richhalley.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου